Το ποίημα Άναμπελ Λη είναι ένα από τα πιο γνωστά έργα του
"σκοτεινού" Aμερικανού πεζογράφου και ποιητή Έντγκαρ
Άλαν Πόε (1809-1849). Πρόκειται για αντιπροσωπευτικό
ποιητικό έργο που εκφράζει απόλυτα την ατμόσφαιρα του ρομαντισμού της Βικτωριανής εποχής.
Είναι το τελευταίο ολοκληρωμένο ποίημα του Πόε, που γράφτηκε το 1849 και δημοσιεύτηκε αμέσως μετά τον πρόωρο θάνατο του δημιουργού του.
To χειρόγραφο του ποιήματος φυλάσσεται στη βιβλιοθήκη σπάνιων βιβλίων του Πανεπιστημίου Columbia.
Το ποίημα έχει ως θέμα του το θάνατο μίας όμορφης νέας γυναίκας με την οποία υπήρξε ερωτευμένος ο αφηγητής, όταν ήταν νέος. Ο θάνατος, όμως, δε σήμαινε το τέλος του έρωτά του. Διατηρεί στη μνήμη του ζωντανή την εικόνα της αγαπημένης του καθώς συνεχίζει να παραμένει ερωτευμένος μαζί της... Δεν πρόκειται να ξεχάσει ποτέ την Άναμπελ Λη!
Δραματικές εικόνες με θαλασσινά ανεμοδαρμένα τοπία, σκηνικά θανάτου, ένταση και δυνατά συναισθήματα με κυρίαρχο τον πόνο από την απώλεια του ερωτικού συντρόφου και φυσικά η εξιδανίκευση της κοπέλας και του έρωτα.
Η ερωτική ιστορία που θυμάται ο αφηγητής του ποιήματος διαδραματίζεται σ᾽ ένα "βασίλειο δίπλα στη θάλασσα"... Kάποια νύχτα το ψυχρό "αγέρι" κατέβηκε και άρπαξε την αγαπημένη του...
...Και το ποίημα στο πρωτότυπο.
Edgar Allan Poe, Annabel Lee
ποιητικό έργο που εκφράζει απόλυτα την ατμόσφαιρα του ρομαντισμού της Βικτωριανής εποχής.
Είναι το τελευταίο ολοκληρωμένο ποίημα του Πόε, που γράφτηκε το 1849 και δημοσιεύτηκε αμέσως μετά τον πρόωρο θάνατο του δημιουργού του.
To χειρόγραφο του ποιήματος φυλάσσεται στη βιβλιοθήκη σπάνιων βιβλίων του Πανεπιστημίου Columbia.
Το ποίημα έχει ως θέμα του το θάνατο μίας όμορφης νέας γυναίκας με την οποία υπήρξε ερωτευμένος ο αφηγητής, όταν ήταν νέος. Ο θάνατος, όμως, δε σήμαινε το τέλος του έρωτά του. Διατηρεί στη μνήμη του ζωντανή την εικόνα της αγαπημένης του καθώς συνεχίζει να παραμένει ερωτευμένος μαζί της... Δεν πρόκειται να ξεχάσει ποτέ την Άναμπελ Λη!
Δραματικές εικόνες με θαλασσινά ανεμοδαρμένα τοπία, σκηνικά θανάτου, ένταση και δυνατά συναισθήματα με κυρίαρχο τον πόνο από την απώλεια του ερωτικού συντρόφου και φυσικά η εξιδανίκευση της κοπέλας και του έρωτα.
Η ερωτική ιστορία που θυμάται ο αφηγητής του ποιήματος διαδραματίζεται σ᾽ ένα "βασίλειο δίπλα στη θάλασσα"... Kάποια νύχτα το ψυχρό "αγέρι" κατέβηκε και άρπαξε την αγαπημένη του...
Χρόνια πολλά περάσαν από τότε,
σ' ένα βασίλειο δίπλα στο γιαλό,
που κάποια κόρη ζούσε, τ' όνομά της
'Αναμπελ Λη, θα το 'χετ' ακουστό.
Κι η κόρη αυτή μονάχην είχε σκέψη
να μ' αγαπά και να την αγαπώ.
Ήμαστ' ακόμα δυο μικρά παιδάκια,
σ' ένα βασίλειο δίπλα στο γιαλό:
Μα ήταν τρανή η αγάπη που αγαπιόμαστε-
η 'Αναμπελ Λη κι εγώ. Στον ουρανό
τα φτερωμένα Σεραφείμ, που μας ζηλεύανε,
μας κοίταζαν με μάτι φθονερό.
Κι ήταν γι' αυτό -περάσανε πια χρόνια-
που στο βασίλειο δίπλα στο γιαλό,
κατέβηκε απ' τα νέφη στην ωραία μου
'Αναμπελ Λη, ψυχρό, θανατερό
τ' αγέρι κι οι μεγάλοι συγγενήδες της
τη πήραν και μ' αφήσαν μοναχό,
σ' ένα μνημούρι μέσα να τη κλείσουνε
στη χώρα τούτη δίπλα στο γιαλό.
Οι άγγελοι που δεν είχαν τη δική μας
την ευτυχία, ζηλέψαν και γι' αυτό-
Ναι! Και γι' αυτό (καθώς το ξέρουν όλοι
μες στο βασίλειο δίπλα στο γιαλό),
Τ' αγέρι από τα νέφη κάποια νύχτα
κατέβηκε ψυχρό, θανατερό
και μ' άρπαξε τον ώριο θησαυρό.
Κι από των πιο σοφών και πιο μεγάλων
η αγάπη μας τρανότερη πολύ-
κι ούτ' οι αγγέλοι πάνω στα ουράνια
κι ουτ' οι δαιμόνοι κάτω απ' το βαθύ
Ωκεανό μπορούνε τη ψυχή μου
να τη χωρίσουν διόλου απ' τη ψυχή
της ωραίας μου 'Αναμπελ Λη.
Γιατί ποτέ δε βγαίνει το φεγγάρι
χωρίς ονείρατα γλυκά να μου κρατεί
της ωραίας μου 'Αναμπελ Λη.
Και πάντα, όταν προβάλλουνε τ' αστέρια,
νιώθω και πάλι τη ματιά τη λαμπερή
της ωραίας μου 'Αναμπελ Λη.
Κι όλη τη νύχτα δίπλα μου τη νιώθω,
συντρόφισσα μου, αγάπη μου ακριβή
μέσα στον τάφο δίπλα στην ακτή
που του πελάου το κύμα αντιλαλεί.
σ' ένα βασίλειο δίπλα στο γιαλό,
που κάποια κόρη ζούσε, τ' όνομά της
'Αναμπελ Λη, θα το 'χετ' ακουστό.
Κι η κόρη αυτή μονάχην είχε σκέψη
να μ' αγαπά και να την αγαπώ.
Ήμαστ' ακόμα δυο μικρά παιδάκια,
σ' ένα βασίλειο δίπλα στο γιαλό:
Μα ήταν τρανή η αγάπη που αγαπιόμαστε-
η 'Αναμπελ Λη κι εγώ. Στον ουρανό
τα φτερωμένα Σεραφείμ, που μας ζηλεύανε,
μας κοίταζαν με μάτι φθονερό.
Κι ήταν γι' αυτό -περάσανε πια χρόνια-
που στο βασίλειο δίπλα στο γιαλό,
κατέβηκε απ' τα νέφη στην ωραία μου
'Αναμπελ Λη, ψυχρό, θανατερό
τ' αγέρι κι οι μεγάλοι συγγενήδες της
τη πήραν και μ' αφήσαν μοναχό,
σ' ένα μνημούρι μέσα να τη κλείσουνε
στη χώρα τούτη δίπλα στο γιαλό.
Οι άγγελοι που δεν είχαν τη δική μας
την ευτυχία, ζηλέψαν και γι' αυτό-
Ναι! Και γι' αυτό (καθώς το ξέρουν όλοι
μες στο βασίλειο δίπλα στο γιαλό),
Τ' αγέρι από τα νέφη κάποια νύχτα
κατέβηκε ψυχρό, θανατερό
και μ' άρπαξε τον ώριο θησαυρό.
Κι από των πιο σοφών και πιο μεγάλων
η αγάπη μας τρανότερη πολύ-
κι ούτ' οι αγγέλοι πάνω στα ουράνια
κι ουτ' οι δαιμόνοι κάτω απ' το βαθύ
Ωκεανό μπορούνε τη ψυχή μου
να τη χωρίσουν διόλου απ' τη ψυχή
της ωραίας μου 'Αναμπελ Λη.
Γιατί ποτέ δε βγαίνει το φεγγάρι
χωρίς ονείρατα γλυκά να μου κρατεί
της ωραίας μου 'Αναμπελ Λη.
Και πάντα, όταν προβάλλουνε τ' αστέρια,
νιώθω και πάλι τη ματιά τη λαμπερή
της ωραίας μου 'Αναμπελ Λη.
Κι όλη τη νύχτα δίπλα μου τη νιώθω,
συντρόφισσα μου, αγάπη μου ακριβή
μέσα στον τάφο δίπλα στην ακτή
που του πελάου το κύμα αντιλαλεί.
Μετάφραση: Κ. Παπαδάκης
...Και το ποίημα στο πρωτότυπο.
Edgar Allan Poe, Annabel Lee
It was many and many a year ago,
In a kingdom by the sea,
That a maiden there lived, whom you may know
By the name of Annabel Lee.
And this maiden lived with no other thought
Than to love and be loved by me.
I was a child and she was a child,
In this kingdom by the sea;
But we loved with a love that was more than love,
I and my Annabel Lee;
With a love that the winged seraphs above
Coveted her and me.
And this was the reason, that long ago.
In the kingdom by the sea,
A wind blew out of a cloud, chilling
My beautiful Annabel Lee;
So that her high-born kinsmen came
And bore her away from me.
To shut her up in a sepulchre,
In this kingdom by the sea.
The angels, not half so happy in heaven,
Went envying her and me --
Yes! that was the reason, as all men know
In this kingdom by the sea,
That the wind came out of the cloud by night,
Chilling and killing my Annabel Lee.
But our love it was stronger by far than the love
Of those who were older than we --
Of many far wiser than we;
And neither the angels in heaven above,
Nor the demons under the sea,
Can ever dissever my soul from the soul
Of the beautiful Annabel Lee.
For the moon never beams without bringing me dreams
Of the beautiful Annabel Lee;
And the stars never rise, but I feel the bright eyes
Of the beautiful Annabel Lee.
And so all the night-tide I lie down by the side
Of my darling, my darling -- my life and my bride,
In the sepulchre there by the sea;
In her tomb by the sounding sea.
Fedra V.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου