Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2014

Dying is an art...






Στις 11 Φεβρουαρίου 1963 στην οδό Fitzroy 23, στο Λονδίνο, στο σπίτι που έζησε ο αγαπημένος της ποιητής S. B. Yeats, αυτοκτόνησε η κορυφαία Αμερικανίδα ποιήτρια Sylvia Plath σε ηλικία τριάντα ετών.


"Κι εγώ μια χαμογελαστή γυναίκα.
Είμαι μόλις τριάντα.
Και σαν τη γάτα μπορώ να χάσω τη ζωή μου εφτά φορές."
 
(Lady Lazarus)

  

Ένα πλάσμα χαρισματικό (επαγγελματίας ποιήτρια - από την εφηβεία της σχεδόν - με πλήθος δημοσιεύσεων, είχε κερδίσει υποτροφίες και διακρίσεις, είχε συνθέσει ένα προσεκτικά συγκροτημένο έργο), μια περίεργη ζωή, καταθλίψεις, εγκυμοσύνες, μια εκρηκτική ερωτική σχέση με το σύζυγο της και ποιητή Τεντ Χιουζ.  

"Η ζωή είναι ένας συνδυασμός από συμπτώσεις, όπως στα παραμύθια. Χαρές της ζωής με ενέσεις ομορφιάς μαζί με κάποιες επώδυνες αυτό-αμφισβητήσεις."

Είχε να αντιμετωπίσει την κλονισμένη ψυχική της υγεία και τα προβλήματα της προσωπικής ζωής της, αλλά αυτό δεν την εμπόδισε από το να θέτει καλλιτεχνικούς στόχους και να κάνει στη σύντομη διαδρομή της άλματα στην ποιητική της.   




"Ποτέ δεν μπορώ να διαβάσω όλα τα βιβλία που θέλω. Ποτέ δεν μπορώ να είμαι όλοι οι άνθρωποι που θα ήθελα και να ζήσω τις ζωές που θέλω. Ποτέ δεν θα μπορέσω ν’ αποκτήσω όλες τις ικανότητες που θα ήθελα. Και γιατί το επιθυμώ αυτό; Θέλω να ζήσω και να νιώσω". 

  

"Έχω την επιλογή να είμαι συνεχώς δραστήρια και χαρούμενη ή εσωστρεφώς παθητική και θλιμμένη. Ή στο μεταξύ μπορώ να τρελαθώ από τις εναλλαγές."


 
 "Έπρεπε να σε σκοτώσω, μπαμπά
Όμως προτού προλάβω είχες πεθάνει-
Μαρμάρινος, ένα τσουβάλι μπουκωμένο με Θεό,
Άγαλμα στοιχειωμένο με ένα γκρίζο δάχτυλο"

(Daddy) 

Η Πλαθ ποτέ δεν τον συγχώρεσε απολύτως που την "εγκατέλειψε". Είναι το πλέον σοκαριστικό και καθοριστικό γεγονός στη ζωή της και ένα από τα θέματα που διατρέχουν σταθερά την ενήλικη ποίησή της.

"Ήμουν δέκα χρονώ όταν σε βάλανε στον τάφο.
Και στα είκοσι προσπάθησα να σκοτωθώ
Για να σε ξαναβρώ,
Για να σε ξαναβρώ.
Μπορούσα ακόμα και στα κόκαλά σου να αρκεστώ.
Αλλά με έσυραν έξω από το λάκκο
Και με κόλλα με ένωσαν ξανά."

(Daddy)





1953: Φοιτήτρια στο Smith College, ένα καλοκαίρι στη Νέα Υόρκη, μία σειρά από απογοητεύσεις και θεραπεία με ηλεκτροσόκ για την κατάθλιψή, κάνει την πρώτη της απόπειρα αυτοκτονίας με υπνωτικά χάπια. Τη σώζουν και υποβάλλεται σε ψυχιατρική θεραπεία έξι μηνών. Τα γεγονότα εκείνης της περιόδου αποτυπώνονται στο ημιαυτοβιογραφικό βιβλίο της "Ο Γυάλινος Κώδων" που εκδόθηκε λίγο πριν τον θάνατό της.


Τα καλύτερα ποιήματα της Πλαθ γράφτηκαν την περίοδο 1960-62, ένα χρόνο πριν από το θάνατό της. Η γνώση εκείνων που πέρασαν και η προσμονή εκείνων που δεν θα έρθουνε την βαραίνουν απελπιστικά.

"Επιθυμώ πράγματα που στο τέλος θα με καταστρέψουν."
 
Η ψυχική της κατάσταση αλλά και η καταρρέουσα σχέση με το σύζυγό της (τον Αύγουστο του 1962 καίει γράμματα, χειρόγραφα του δεύτερου της βιβλίου και ποιήματα του Χιουζ, όταν μαθαίνει πως ο τελευταίος την απατά) αποτυπώνεται στη δουλειά της. Τα φαντάσματα την κατατρέχουν: ο δεσμοφύλακας, ο γιατρός, ο εραστής που την πρόδωσε, ο “Κολοσσός” (τίτλος της πρώτης της ποιητικής συλλογής). Κι ύστερα είναι ο θάνατος. Σαν αγαπημένος, σαν φίλος, σαν δήμιος. Κι εκείνη σαν μητέρα, σαν κόρη, σαν θύμα, σαν εκδικήτρια. 

"Αυτός είναι λοιπόν ο εραστής μου; Αυτός ο θάνατος, αυτός ο θάνατος;" 

"Έχω αναλωθεί. Έχω απόλυτα αναλωθεί.
 Τα μάτια μου πιέζονται από αυτό το σκοτάδι.
Δεν βλέπω τίποτα."
"Ο ήλιος έχει δύσει. Πεθαίνω. Φτιάχνω έναν θάνατο."
 
(Three Women)


 Τον Οκτώβριο του 1962, έχοντας χωρίσει από τον Τεντ Χιουζ, γράφει τα ποιήματα που θα αποτελέσουν τη δεύτερη της συλλογή, "Άριελ". Βρίσκεται σε φάση τρομερής δημιουργικότητας, που συνδυάζεται όμως με εξίσου τρομερή κατάθλιψη.
 



  Η ποίηση της Πλαθ λατρεύει το απροσδόκητο. Τις τυχαίες ρίμες, το μέτρο που εμφανίζεται χωρίς να το περιμένει ο αναγνώστης, οι βικτοριανές πινελιές που χάνονται ανάμεσα στον αμερικάνικο ιδεαλισμό της εποχής, η τρυφερότητα που γίνεται ηδονή, οι εικόνες και τα τοπία που διαλύονται μέσα στο αίμα και το θάνατο. 


Mirror

I am silver and exact. I have no preconceptions.
What ever you see I swallow immediately
Just as it is, unmisted by love or dislike.
I am not cruel, only truthful---
The eye of a little god, four-cornered.
Most of the time I meditate on the opposite wall.
It is pink, with speckles. I have looked at it so long
I think it is a part of my heart. But it flickers.
Faces and darkness separate us over and over.
Now I am a lake. A woman bends over me,
Searching my reaches for what she really is.
Then she turns to those liars, the candles or the moon.
I see her back, and reflect it faithfully.
She rewards me with tears and an agitation of hands.
I am important to her. She comes and goes.
Each morning it is her face that replaces the darkness.
In me she has drowned a young girl, and in me an old woman
Rises toward her day after day, like a terrible fish.
 








Fedra V.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου