Τοκ τοκ τοκ: ποιος είναι; Η Γάτα. Ποια Γάτα; Η Γαταστροφή. Ποια Γαταστροφή; Η Γαταστροφυσική. Α, εσύ είσαι μικρό μου ποπογατάκι; Περίμενε λιγάκι, περίμενε μιαν
αιωνιότητα ώσπου να καταφέρουμε, ο Ζακ κι εγώ, να σκοτώσουμε τον ύπνο. Γατάβασις στη Γατάβυσσο. Γατάμαυρο έρεβος καρδίας. (1)
Μια νύχτα, ενώ καθόμουν μισοναρκωμένος σ’ ένα κακόφημο καταγώγιο, τράβηξε την προσοχή μου ένας μαύρος όγκος που αναπαυόταν πάνω σ’ ένα από τα τεράστια βαρέλια με τζιν ή με ρούμι, τα οποία αποτελούσαν τη βασική επίπλωση του χώρου. Είχα μείνει αρκετά λεπτά με το βλέμμα μου καρφωμένο στο βαρέλι, κατάπληκτος που δεν είχα προσέξει νωρίτερα αυτό το πράγμα εκεί πάνω. Το πλησίασα και το άγγιξα με το χέρι μου. Ήταν ένας μαύρος γάτος, πολύ μεγάλος, εξίσου μεγάλος με τον Πλούτωνα, που του έμοιαζε πολύ σε όλα τα χαρακτηριστικά του εκτός από ένα. Ο Πλούτων δεν είχε ούτε μια άσπρη τρίχα σε όλο του το κορμί όμως αυτός ο γάτος είχε μια μεγάλη λευκή κηλίδα, αν και ακαθόριστη ως προς το σχήμα, που κάλυπτε σχεδόν ολόκληρο το στήθος. Μόλις τον άγγιξα σηκώθηκε αμέσως, γουργούρισε δυνατά, τρίφτηκε στο χέρι μου και φάνηκε ευχαριστημένος που τον πρόσεξα. Αυτό λοιπόν ήταν ακριβώς το ζώο που αναζητούσα. Αμέσως προσφέρθηκα να το αγοράσω, όμως ο ταβερνιάρης δεν είχε καμία αξίωση, ούτε το ήξερε ούτε το είχε ξαναδεί. Συνέχισα να το χαϊδεύω, και όταν ετοιμάστηκα να γυρίσω σπίτι, το ζώο εκδήλωσε τη διάθεση να με συνοδεύσει. Του το επέτρεψα, σκύβοντας πότε πότε και χαϊδεύοντάς το όσο βαδίζαμε. Όταν έφτασε στο σπίτι, προσαρμόστηκε αυτοστιγμεί και έγινε αμέσως πολύ προσφιλές στη γυναίκα μου. (2)
Όταν γυρίζει απ’ έξω στο σπίτι και τα μάτια του αστράφτουνε αγριάδα, αβέβαιος και επιφυλακτικός, υπερβολικά προσεκτικός, δεν κάνει να τον πιάσω ακόμη κι αν πεινάει. Το άγγιγμά μου μια απειλή, εγώ μια απειλή, όλα γύρω μια απειλή. Τον ταΐζω και σε δυο ωρίτσες κοιμάται στα γόνατά μου. Τα χείλη του σκισμένα, στη μύτη του αίματα, η φουντωτή ουρά του επιτέλους ήσυχη, γεμάτη φύλλα και κλαράκια και βρωμιές. Μου είναι αδύνατο να περιγράψω τους ήχους που κάνει, δεν μ’ αρέσουν οι θόρυβοι που κάνουν οι άλλοι γάτοι, το δικό του είναι πιο πολύ ροχαλητό παρά γουργουρητό κι είναι για μένα κάτι καλό, μου ηρεμεί τα νεύρα. Τ’ αυτιά του ακόμη και στον ύπνο τεντωμένα σαν χωνιά του ραντάρ, τ’ αυτιά τεντωμένα και πότε-πότε ανοίγει τα μάτια για να ρίξει μια γρήγορη ματιά. Τα αίματα στο κεφάλι του μου δείχνουν ότι οι φόβοι του είναι πραγματικοί σ’ αντίθεση με τους δικούς μου. (3)
Έλα, όμορφε γάτε μου, πάνω στην ερωτευμένη μου καρδιά. Κράτα τα νύχια του ποδιού σου κι άφησέ με να βυθιστώ μες στα ωραία σου μάτια, κράμα από μέταλλο κι αχάτη. Όταν τα δάχτυλά μου χαϊδεύουν απαλά το κεφάλι σου και τη λαστιχένια πλάτη και το χέρι μου μεθάει από ηδονή καθώς ψηλαφεί το ηλεκτρισμένο σου κορμί, νοερά τη γυναίκα μου βλέπω. Το βλέμμα της σαν το δικό σου ζώο αγαπητό, βαθύ και ψυχρό κόβει και σκίζει σαν κεντρί και απ’ τα πόδια ίσαμε την κεφαλή, ένα ύφος πολύτροπο, ένα επικίνδυνο άρωμα, επιπλέουν γύρω απ’ το μελαχρινό της κορμί. (4)
Τοκ τοκ τοκ: ποιος είναι; Η Γάτα. Ποια Γάτα; Η Γαταστροφή. Η γάτα γλείφει το πόδι της και την αράζει στη γωνίτσα της βιβλιοθήκης. Μπορεί να κάθεται σε στάση σφίγγας έτσι ακίνητη με τις ώρες μέχρι να στρίψει κάποτε το κεφάλι της προς τη μεριά μου, να σηκωθεί, να τεντωθεί να μου γυρίσει την πλάτη και να αρχίσει να γλείφει το πόδι της ξανά σαν να μην ήταν πραγματικός ο χρόνος που πέρασε. Και δεν ήταν κι αυτή είναι η σφίγγα με όλο το χρόνο στη διάθεσή της στην έρημο του χρόνου της. Η γάτα ξέρει πού πεθαίνουν οι μύγες, βλέπει φαντάσματα στους κόκκους του αέρα και στις αχτίδες του ήλιου σκιές. Ακούει τη μουσική απ’ τις ουράνιες σφαίρες, το βουητό στα καλώδια των σπιτιών και το βουητό του σύμπαντος στο διάστημα ανάμεσα στ’ αστέρια αλλά προτιμάει σπιτίσιες γωνιές και του καλοριφέρ το βουητό. (5)
Τοκ τοκ τοκ: ποιος είναι; Η Γάτα. Ποια Γάτα; Η Γαταστροφή. Ένα ολόκληρο χωριό ακούει θλιμμένο το τραγούδι ενός πληγωμένου πουλιού. Είναι το μοναδικό πουλί του χωριού κι είναι ο μοναδικός γάτος του χωριού που το μισόφαγε και το πουλί σταμάτησε να τραγουδάει. Ο γάτος σταμάτησε να νιαουρίζει και να γλείφει τη μουσούδα του και το χωριό ετοιμάζει στο πουλί κηδεία επίσημη κι ο γάτος είναι καλεσμένος, προχωρεί πίσω από ένα μικρό αχυρένιο φέρετρο όπου είναι ξαπλωμένο το νεκρό πουλί. Το φέρετρο σηκώνει ένα μικρό κορίτσι, το κορίτσι αυτό δεν σταματάει να κλαίει. Αν ήξερα που σου ’κανα τόσο κακό, λέει ο γάτος στο κορίτσι, θα το είχα φάει ολόκληρο κι ύστερα θα ’λεγα πως το είδα να πετάει ψηλά να φεύγει μέχρι τα πέρατα της γης κάτω εκεί τόσο μακριά απ’ όπου κανείς ποτέ δε γυρίζει. Ίσως τότε πονούσες λιγότερο. Έτσι απλά θα λυπόσουν μονάχα. Ποτέ δεν πρέπει ν’ αφήνουμε κάτι μισό. (6)
Τοκ τοκ τοκ: ποιος είναι; Η Γάτα. Ποια Γάτα; Η Γαταστροφή. Τα μπογιατισμένα μου χέρια είναι τώρα δίχως γάτες, καθισμένα εδώ, μονάχα στο σκοτάδι, το παραθυρόμορφο κεφάλι μου στεμένο με κουρτίνες θλιβερές. Είμαι σχεδόν νεκρός δίχως γάτες. Πίσω μου η τελευταία μου γάτα κρεμασμένη στον τοίχο απ’ το ίδιο μου το χέρι νεκρή τουμπανιασμένη. Και σ’ όλους τους άλλους τοίχους μου απ’ τη σοφίτα ως το κελάρι, σκαρφαλώνει η θλιμμένη ζωή των γατιών μου. (7)
Τοκ τοκ τοκ: ποιος είναι; Η Γάτα. Ποια Γάτα; Η Γαταστροφή. Γατάβασις στη Γατάβυσσο. Γατάμαυρο έρεβος καρδίας. (1)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΖΕΛΙΑΝΑΙΟΣ
gianniszelianaios.blogspot.gr……………………………….
Το παρόν κείμενο - αφιέρωμα στις γάτες αποτελεί συρραφή διαφόρων κειμένων κι έγινε με την λογική της τεχνικής cut up. Την εν λόγω τεχνική χρησιμοποίησε αρκετές φορές ο William Burroughs καμώνοντας πεζά καθώς και ο David Bowie για να χτίσει στιχουργικά κάποια τραγούδια του. Τα αποσπάσματα που χρησιμοποιήθηκαν είναι από τα παρακάτω βιβλία.
1. Μάλκολμ Λόουρυ / Κάτω απ’ το ηφαίστειο / μετάφραση: Μαρίνα Λώμη/ (εκδόσεις Αστάρτη)
2. Ο Μαύρος Γάτος / Έντγκαρ Άλλαν Πόε / μετάφραση: Κατερίνα Σχινά, Εκδόσεις Μεταίχμιο
3. Αλ Μάζαρίκ / Η Ψωλή του διευθύνει μια συμφωνία / μετάφραση Τέος Ρόμβος / μέσα από το βιβλίο Ανθολόγιο των κακών Αμερικανών/ Εκδόσεις Χάος & Κουλτούρα 1992
4. Ο Γάτος / Κάρολος Μπωντλαίρ / Μετάφραση: Δέσπω Καρούσου, Εκδόσεις Γκοβόστη
5. Lawrence Ferlinghetti/ «Αυτά είναι τα Ποτάμια μου» / μτφρ. Χρήστος Τσιάμης, Εκδόσεις Καστανιώτης)
6. Ζακ Πρεβέρ / «Θέαμα και Ιστορίες», / Μετάφραση Γιάννης Βαρβέρης, Εκδόσεις Ύψιλον
7. Γκρέκορυ Κόρσο / Βενζίνη / μετάφραση; Γιώργος Μπλάνας / Εκδόσεις Ελεύθερος τύπος
Fedra V.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου