Εάν δεν εκλάβουμε την αλήθεια - όπως ενδεχομένως θα ήθελε ο Heidegger - ως μια επίπονη διαδικασία που ξεσκεπάζει την ανθρώπινη σκέψη από την λήθη των πραγμάτων, αλλά τη σκεφτούμε πιο απλά (και πιο συμβατικά) ως το σύνολο των πεποιθήσεων, των προδηλοτήτων και των βεβαιοτήτων που κάθε κοινωνία και κάθε εποχή επιτρέπει ή επιβάλλει στον εαυτό της με βάση τις γνώσεις που έχει αποκτήσει και ενόψει των προκλήσεων που αντιμετωπίζει και των στόχων που θέτει στον εαυτό της - εάν με άλλα λόγια η αλήθεια είναι πληθυντική, εξελισσόμενη και σχετική, τότε το ψέμα δεν είναι αυτός ο διαβολικός αντίπαλος που επισκιάζει τη λογική και τον καθαρό νου, αλλά, αντιθέτως, η πίσω πόρτα της αλήθειας.
Πόσο όμορφα το είχε υποδηλώσει η ποπεριανή επιστημολογία : η επιστημονική κοινότητα δεν μπορεί να αποδεχθεί προς συζήτηση παρά μόνο τις διαψεύσιμες προτάσεις. Αυτή η αρχή της διαψευσιμότητας δεν περιορίζεται στην όμορφη πρόσοψη του οίκου της αλήθειας, αλλά έχει μονίμως στραμμένη την προσοχή της στην πίσω πόρτα, εκεί απ' όπου κανείς μπορεί να μπει απαρατήρητος στα ενδότερα. Υπό το πρίσμα αυτό, το ψέμα λειτουργεί ως ένα φίλτρο για να διηθηθεί η αλήθεια, είναι, επομένως αλληλένδετο με τη συγκρότηση και την αποδοχή της.
Από μια άλλη οπτική γωνία, το ψέμα είναι ένα επικαθορισμένο φαινόμενο της πρακτικής (καθημερινής) ζωής, όσο και της μεταφυσικής ανάτασης. Ανιχνεύεται εύκολα πίσω από τις νομικές διατάξεις, τις ηθικές επιταγές, αλλά και τις υπερβατολογικές αναζητήσεις. Το δίκαιο, το καλό και το θείο είναι τρία ορόσημα που πρέπει να διαχωρίζονται καθαρά από τη μολυσματική επίδραση του ψεύδους. Φανταστείτε έναν δικηγόρο, έναν βουλευτή και έναν ιερέα που δεν φροντίζουν εξαρχής να οριοθετήσουν με αρκετή σαφήνεια την περιοχή του ψεύδους : γρήγορα θα αποτύχουν στους στόχους τους ή θα χάσουν το επάγγελμα και τη θέση τους.
Ο κοινός νους εδώ αντιδρά : αφού έχουμε επαγγελματίες ψεύτες και λειτουργούς της παραπλάνησης που, κατά καιρούς, αποκρύπτουν την αλήθεια, πώς γίνεται να περιχαρακώνεται το ψεύδος; Και όμως : η περιοχή του ψεύδους πρέπει πάντα να περιχαρακώνεται, έστω και με ψευδή τρόπο, αν πρόκειται να γίνει και η παραμικρή νύξη στην τάξη του δικαίου ή του καλού. Καμία ελλιπής περιχαράκωση δεν εμπόδισε τη Δυτική Εκκλησία να προβεί σε φρικτά βασανιστήρια, καμία αφελής συγκάλυψη του ψεύδους δεν ανέστειλε τα σχέδια των ΗΠΑ και του προέδρου Μπους για ιερό πόλεμο κατά του Ιράκ, τουτέστιν για εκμετάλλευση των πετρελαιοπαραγωγικών πηγών του.
Το ψέμα δεν είναι ποτέ μόνο του. Για να γίνει παράγοντας εκφοβισμού ή αιτία αναθέματος, πρέπει να εμφανίζεται πάντα σε μια συστοιχία με τα συγγενικά του στοιχεία : τη συγκάλυψη και την αυταπάτη, τον δόλο και το κακό. Τότε αυξάνεται η ισχύς και η ακτινοβολία του. Έτσι το αντιμετώπισαν οι σκοταδιστές της Ιερής Εξέτασης, έτσι και οι διαφωτιστές των Γαλλικών Φώτων. Έτσι το αντιμετωπίζουν σήμερα και οι φονταμενταλιστές ή οι νεοσυντηρητικοί πεφωτισμένοι ταγοί του αμερικανικού Νότου, αλλά και όλοι οι αξιοπρεπείς ουραγοί τους. Το ψέμα λοιπόν στο πυρ το εξώτερον.
Θα έλεγε κανείς ότι δεν υπάρχει πια χώρος για το ψέμα στις δυτικές ευνοούμενες κοινωνίες. Όσο περισσότερο εμπεδώνονται οι θεσμοί, τόσο περιορίζεται η επικράτεια του ψεύδους. Αλλά, όπως όλοι γνωρίζουμε, αυτό είναι ένα άλλο μεγάλο ψέμα. Ίσως παρακινημένος από μια επαγγελματική διαστροφή, ίσως όμως και όχι, θα έλεγα ότι εκείνος ο θεσμός που δεν υποκρίνεται πως καταπολεμά το ψέμα, είναι αυτός που θεωρείται ο πλέον υποκριτικός. Αυτή η ειρωνεία είναι εγγενής στο θέατρο, στην τέχνη του ζωτικού ψεύδους. Το θέατρο δεν παρουσιάζει στις σκηνές του ψευδείς αλήθειες (όπως η θεατρινίζουσα πολιτική λ.χ.), αλλά αληθινά ψέματα. Το ότι αυτό δεν είναι απλώς λογοπαίγνιο το καταλαβαίνουμε από αυτό τον ηθοποιό με το ιδρωμένο πρόσωπο, που μας θυμίζει πόσο χρήσιμα (και, κατά βάθος, πόσο αγαπημένα) είναι τα ψέματα στη ζωή μας.
Ίσως, λοιπόν, για να κλείσω όπως ξεκίνησα, τα θεατρικά ψέματα (που δεν είναι καθόλου ευχάριστα) να σχετίζονται με αυτή την χαϊντεγγεριανή εκκάλυψη της αλήθειας.
ΓΙΩΡΓΟΣ Π. ΠΕΦΑΝΗΣ
*
Ο Γιώργος Π. Πεφάνης είναι αναπληρωτής καθηγητής Θεατρολογίας - Φιλοσοφίας και Θεωρίας του Θεάτρου και του Δράματος στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, κριτικός θεάτρου και συγγραφέας, και σύμβουλος καθηγητής του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου, όπου διδάσκει ιστορία του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου. Επί σειρά ετών υπήρξε επιστημονικός συνεργάτης στο πανεπιστήμιο Αθηνών, στο Εθνικό Θέατρο και στο Κέντρο Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών.
Είναι συγγραφέας δεκαεννέα βιβλίων γύρω από το θέατρο, τη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία, μίας ποιητικής συλλογής και δύο μεταφράσεων (Ph. Breton: Iστορία της Πληροφορικής, Δίαυλος, Aθήνα 1991, από τα γαλλικά και H. Brown: H Σοφία των Eπιστημών, Δίαυλος, Aθήνα 1994, από τα αγγλικά, μαζί με τον Δ. Γκούσκο). Έχουν δημοσιευτεί πάνω από 230 κριτικές του για παραστάσεις ελληνικών και ξένων θιάσων, 70 περίπου άρθρα και 62 βιβλιοκρισίες του σε εφημερίδες (Το Βήμα, Η Καθημερινή της Κυριακής, Ελευθεροτυπία) και περιοδικά, καθώς και περισσότερα από 160 επιστημονικά μελετήματά του σε ελληνικά και ξένα περιοδικά (λ.χ. Revue des Études Néohelléniques, Annuaire Théâtral, Journal of Modern Greek Studies, Bulletin de Liaison Néohellénique, Ιταλοελληνικά, Παράβασις, Επιστημονική Επετηρίς της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ελληνικά, Culture Teatrali) ή σε συλλογικούς τόμους για θέματα που αφορούν στο ελληνικό και το ευρωπαϊκό θέατρο, στη φιλοσοφία και θεωρία του θεάτρου και του δράματος, στη συγκριτική δραματολογία και τη διακειμενικότητα, στις σύγχρονες performances και στο λαϊκό θέατρο, στη θεωρία της θεατρικής κριτικής και ιστοριογραφίας, με 650 περίπου ετεροαναφορές από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Το συνολικό συγγραφικό έργο του συγκεντρώνει σήμερα πάνω από 400 ελληνικές και ξένες ετεροαναφορές. Έχει συμμετάσχει ως ομιλητής σε 74 επιστημονικά συνέδρια και έχει δώσει 38 διαλέξεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ιδιαίτερη θέση στα ενδιαφέροντά του κατέχουν πάντα η φιλοσοφία του θεάτρου, όπως και η ελληνική μεταπολεμική και σύγχρονη δραματουργία.
Το βιβλίο του "Το βασίλειο της Ευγένας" απέσπασε (2006) την Τιμητική Διάκριση Θεατρολογικού Συγγράμματος της Ένωσης Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών Ελλάδας. Τις περιόδους 2002-2004 και 2004-2006 εκλέγεται μέλος στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ελληνικού Κέντρου του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου. Τις περιόδους 2007-2008 και 2009-2010 ορίζεται μέλος της κριτικής επιτροπής Βραβείων "Καρόλου Κουν" της Ελληνικής Ένωσης Μουσικών και Θεατρικών Κριτικών και του Δήμου Αθηναίων. Το 2008 ορίζεται μέλος της κριτικής επιτροπής για τον Διαγωνισμό Πρωτότυπου Θεατρικού Έργου του Εθνικού Θεάτρου και της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς, ενώ από το 2009 έως το 2014 είναι μέλος της κριτικής επιτροπής βραβείων στο Α΄ Διεθνές Φεστιβάλ Θεάτρου Δρόμου, που λαμβάνει χώρα στην Αθήνα.
Είναι επιμελητής έκδοσης της Παραβάσεως, του Επιστημονικού Δελτίου του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, από το 2003 έως το 2013, σύμβουλος δραματουργίας του θεατρικού οργανισμού "Ithakart" (Los Angeles, USA) και μέλος της Société des Études Néohelléniques (SEN) des Néo-Hellénistes des Universités Francophones (Paris, France), της ερευνητικής ομάδας JE 2487 (Université Paul Valéry, Montpellier, France), της International Association of Aesthetics, του Ελληνικού Κέντρου του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου, της Ελληνικής και της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Θεάτρου, της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας, της Ελληνικής Εταιρείας Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας κ.ά.
*
Περισσότερα για τον Γ. Π. Πεφάνη στη σελίδα του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Τμήμα Θεατρικών σπουδών :
http://www.theatre.uoa.gr/didaktiko-dynamiko/melh-dep/giorgos-pefanhs.html
Fedra V.