"Θεωρώ τη Μάτση Ανδρέου (Χατζηλαζάρου) τη μεγαλύτερη Ελληνίδα ποιήτρια. Τα ποιήματά της μπορούν να θεωρηθούν μια κορύφωση της γυναικείας ευαισθησίας, η οποία εκφράζεται με τρόπο εντελώς προσωπικό, απολύτως πρωτότυπο και παράφορο."
ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ
ΜΑΤΣΗ ΧΑΤΖΗΛΑΖΑΡΟΥ ( 1914 - 16 Ιουνίου 1987 )
Γεννηµένη στη Θεσσαλονίκη και προερχόµενη από µια οικογένεια µε δυνατές ρίζες στο εµπόριο, τις τραπεζικές δραστηριότητες και τη διπλωµατία, η Μάτση (ένα παιχνίδι που έκανε η ίδια µε τα βαφτιστικά της ονόµατα Μαρία και Λουκία) είχε θυελλώδη προσωπική ζωή.
Παντρεύτηκε με το βαυαρικής καταγωγής Καρλ Σούρμαν, το γεωπόνο κήπων Σπύρο Τσαούση και με τον ποιητή και ψυχαναλυτή Ανδρέα Εμπειρίκο. Συνδέθηκε ερωτικά με τον ποιητή Ανδρέα Καμπά, το ζωγράφο Χαβιέρ Βιλατό, ανιψιό του Πάμπλο Πικάσο, και το φιλόσοφο Κορνήλιο Καστοριάδη.
Την ίδια στιγμή, το καλό της μυαλό και η ποιητική της ευφυΐα την καθιστούσαν ισότιμη συνομιλήτρια με τους Γιουρσενάρ, Πικάσο, Ελύτη, Αξελό, Παπατσώνη, Κρανάκη.
Το φωτογραφικό βιογραφικό λεύκωμα-βιβλίο του Χρήστου Δανιήλ που παρουσίαζει τη συναρπαστική ζωή της Μάτσης Χατζηλαζάρου, παραθέτοντας και αρκετά αποσπάσματα από το ποιητικό της έργο.
"Αναμφίβολα, η Μάτση Χατζηλαζάρου υπήρξε η πρώτη Ελληνίδα ποιήτρια που συνέθεσε ποιήματα ακολουθώντας το νεωτερικό ποιητικό κλίμα που εισήγαγε στη χώρα μας η Γενιά του Τριάντα. Έχοντας μια οικογενειακή ιστορία που εντυπωσιάζει, μια προσωπική ζωή εντονότατη (από τα πρώτα χρόνια της εφηβείας της), καταφεύγει στην ψυχανάλυση και συναντιέται με τον Ανδρέα Εμπειρίκο. Πρώτη σύζυγος του Εμπειρίκου μαθητεύει στον υπερρεαλισμό και αποτελεί δυναμικό κομμάτι της ομάδας των πρωτοπόρων καλλιτεχνών που συσπειρώθηκαν γύρω από αυτόν την περίοδο της Κατοχής. Κάνοντας πράξη την ελευθερία έκφρασης που ευαγγελίζεται ο υπερρεαλισμός και υιοθετώντας τη συνειρμική γραφή, καταθέτει τον δικό της έντονα προσωπικό, ιδιότυπο ποιητικό λόγο, μεταϋπερρεαλιστικό, όπως η ίδια τον χαρακτηρίζει.
Η πρώτη της ποιητική κατάθεση είναι και η πρώτη ποίηση γραμμένη από γυναίκα στη νεοελληνική γλώσσα που με τόση ελευθερία, αμεσότητα και βιωματικότητα συζητά τα του έρωτα και της ζωής, χωρίς ενοχές, χωρίς αναστολές, χωρίς περιστροφές αλλά και χωρίς εκχυδαϊσμούς και περιττές προκλήσεις.
Μια λυρική, εν τέλει, ποίηση που, απευθυνόμενη με τρόπο ολοκληρωτικό και απόλυτο σε δεύτερο πρόσωπο, σ’ αυτό με το οποίο πραγματώνεται ο έρωτας, απευθύνεται με τρόπο καθολικό στον καθένα μας. Μια ποίηση καθολική των αισθήσεων που απαιτεί την ενεργή συμμετοχή των αναγνωστών της, κινητοποιεί και τις δικές τους αισθήσεις και ανακαλεί ανάλογες μνήμες".
ΧΡΗΣΤΟΣ ΔΑΝΙΗΛ
Ο ΝΑΝΟΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ την τοποθετεί στα "περιθώρια του υπερρεαλισμού αλλά και του ανανεωτικού λυρισμού της περιόδου 1944-1985 όπως εμφανίζεται στο συνολικό της έργο".
Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΑΛΛΑΣ είναι σαφής: "πατρίδα της Μάτσης Χατζηλαζάρου είναι η ποίηση. Εκεί κτίζει το σπίτι της, εκεί το κατοικεί [...]. Εκεί αποκτούν το ωράισμα και το αγλάισμα που αν ίσως η ζωή το στερεί, η αληθινή ποίηση το δίνει, αλλά πάντα υπό όρους και πάντα με ακριβό τίμημα".
Ξ. Βιλατό, Προσωπογραφία της Μάτσης Χατζηλαζάρου. 1951. Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
"το παν είναι ομιλία ως το αίμα"
Στο αρχείο της που φυλάσσεται στο Μουσείο Μπενάκη, υπάρχουν δυο μικροί φάκελοι με μικρά χαρτάκια όπου είναι γραμμένη μια λέξη σε κάθε ένα από αυτά. Το κολλάζ λέξεων καθώς και οι αναγραμματισμοί λέξεων είναι το εύρημα – το παιχνίδι για να ξεκλειδώνει η Μάτση τον ελεύθερο συνειρμό και να ρέει η ίδια πάνω στις άγραφες σελίδες:
"… σε ατελεύτητη ροή του ανθρώπου μες στις λέξεις
όπως ρέουν και οι λέξεις μες στον άνθρωπο"
"εγώ καταγωγή μου τα λόγια και σε κάθε μια απ’ τις πτυχές των σωθικών μου και ως τις πιο ελάχιστες ρυτίδες μου και μες σε καθένα μου μάτι και μες στα μαλλιά και στις χειρονομίες μου ακόμα ή στα έπιπλα μου και στα τοπία μου θα μάθω ένα φθόγγο που θε να το ζήσει το βίωμα μου."
Κίνητρο της γραφής της η επιθυμία για ζωή έτσι όπως εκφράζεται μέσα από τον έρωτα:
"Σε αγαπώ σε σκέπτομαι σε γράφω… σε κοιτάω πάντα έρωτα."
"Σκέπτουμαι μια ζωή που θα ’τανε βαριά σα σήμερα,
μονάχα αν έλειπες ταξίδι. Το πρωί σκέπτουμαι
τα μέλη σου σφιχτοδεμένα –εκεί κάπως εντοπίζω
την αγκαλιά σου. Το βράδυ βλέπω τα χείλια σου σαν
το δαγκωμένο φρούτο.
Έλα, η μέρα είναι τόσο ωραία –τα ποιήματα που
αγαπώ θέλω να τα ζήσω μαζί σου. Μπορούσα τόσα πράγματα
να τα μετατρέψω σε χαρά και να στα δώσω.
Κάθε στιγμή μπορούσα να στην κάνω μουσική
πρωτόγονη, γούνα μαλακιά, ζεστή, ηλεκτρισμένη, που
βουλιάζει βαθιά μέσα. Χορός τέλεια ελεύθερος, αντί από
μέλη να ’χεις φτερά, και πάλι φτερά ονείρου. Ή μυρουδιές
-μήπως θέλεις μυρουδιές; Τότε θα ’ναι μυρουδιές δροσερές,
σαν μικροί καταρράκτες όλο πολυτρίχι – ή σαν γιαλός
το πρωινό όπου βγαίνει και λιάζεται το φύκι, ο σταυρός,
ο αχινός – και το κύμα στην αμμουδιά δεν είναι σοβαρό,
μα παίζει.
Πέρα βέβαια η θάλασσα έχει μιαν απαλή τραγικότητα."
Η ερωτική προσμονή δηλώνεται με εργαλείο τον υπερρεαλισμό. Στόχος το άπιαστο:
"Σε περιβάλλω με μια μεγάλη αναμονή.
Σε περιέχω όπως τ’ αραχωβίτικο κιούπι το λάδι.
Σε ανασαίνω όπως ο θερμαστής τού καραβιού ρουφάει
μες στα πλεμόνια του το δειλινό το μπάτη.
Σ’ αγρικώ με την ίδια διάθεση που ο Ερυθρόδερμος
κολλάει το αυτί του χάμω, για ν’ ακούσει
τον καλπασμό τού αλόγου."
Η ταυτότητα της, έτσι όπως η ίδια συστήνεται:
"Δεν θέλω να με φωνάζουν Μάτση, να με φωνάζουν ΜΑΓΑΠΑΣ."
"Μπορείς να σκηνοθετήσεις το όνειρο; Εάν ο υπερρεαλισμός υπηρετεί πρωτίστως το υποσυνείδητο, τότε η ποίηση της Μάτσης Χατζηλαζάρου είναι η ακραιφνέστερη ερωτική εκδοχή του υποσυνειδήτου, η αναπαραγωγή του ονείρου, η εν εγρηγόρσει σκηνοθεσία του η Μάτση υφαίνει τo όνειρο ή τον εφιάλτη συνειδητά κι εκτελεί το κοντσέρτο του ως άνθρωπος μόνος."
ΕΙΡΗΝΗ ΡΗΝΙΩΤΗ
"Η Μάτση Χατζηλαζάρου, κυοφορεί μέσα στην ίδια την κοιλιά της το έμβρυο
ποίημα και δεν αποκόπτεται ποτέ από αυτό. Όλη της τη ζωή γράφει αυτό το ίδιο
ποίημα, τη ζωή της. Ποίηση και ζωή απόλυτα ταυτισμένες, κάθε της λέξη, κάθε
γράμμα, είναι ένα χρώμα, ένα άγγιγμα, ένας έρωτας. Χωρίς χρόνο, χωρίς τόπο,
γεμάτη από μυρωδιές από φρούτα από λουλούδια από Αυτό, που δεν έχει λόγια που
δεν προσδιορίζεται, που δεν μπορείς να το καταγράψεις ή να το μεταφέρεις αλλά
το βιώνεις με όλη τη θέρμη και τη μεγαλοπρέπεια του αληθινά σημαντικού. Τολμάει
ανάμεσα στους άντρες, ορθώνει το ανάστημά της, πάλλεται, φλέγεται, νιώθει.
Μάτση Χατζηλαζάρου. Ποιήτρια, γυναίκα, σύμβολο. Οδηγός μέσα σε ένα κορμί.
Γυναικείο. "
ΧΛΟΗ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΕΛΗ
"Η Μάτση Χατζηλαζάρου υπήρξε ένα άτομο παθιασμένο. Για
ζωή, για έρωτα, για ταξίδια. Και αυτό το πάθος μετουσίωσε σε ποίηση όντας
πλάσμα ταλαντούχο. Η ώσμωση με σπουδαίους συντρόφους ωφέλησε τη γραφή της, όμως
υπήρξε κι εκείνη σπουδαία, αυτόφωτη, υπερβαίνοντας πουριτανισμούς και
στερεότυπα της εποχής της, κατάφερε να εκφράσει τον πόθο, την ελευθερία και την
απελπισία που κουβαλά η άνευ όρων παράδοση στον άλλο.
Τα ποίηματά της διατρέχονται από ασίγαστη φλόγα, που υποδαυλίζεται
διαρκώς από μία μεταξένια τρυφερότητα. Βαθιά ερωτική, ελεύθερη, μιλά χωρίς
περιστροφές, μεταχειρίζεται τις λέξεις τολμηρά, πρωτάκουστα για μία γυναίκα της
εποχής της, προσέρχεται στην ποίηση με την αλήθεια και το θάρρος του ανθρώπου
που βυθίζεται στο πάθος για να αναδυθεί καινούργιος.
Τα ποιήματά της είναι σώματα με όλες τις αισθήσεις παρούσες, αγγίζουν,
μιλούν, κοιτάζουν, γεύονται, αφουγκράζονται. Επιθυμούν. Σώμα παρόν μέσα στο
λόγο. Και αντίστροφα. Η ίδια, μέσα σε λίγους μόνο στίχους, υπογραμμίζει με τον
καλύτερο τρόπο την αμφίδρομη σχέση μεταξύ βιώματος και ποιήματος:
Έλα, η μέρα είναι τόσο ωραία - τα ποιήματα που
αγαπώ θέλω να τα ζήσω μαζί σου. Μπορούσα τόσα πράγματα
να τα μετατρέψω σε χαρά και να στα δώσω.
αφήνοντας παρακαταθήκη ποιήματα που μας προκαλούν να ενδυθούμε το σώμα
τους."
ΑΝΝΑ ΝΙΑΡΑΚΗ
"Διαβάζω Μάτση σημαίνει
ζητώ απεγνωσμένα κάποιον να με τραυματίσει. Διαβάζω Μάτση σημαίνει λατρεύω τις
απογνώσεις και τα πάθη μου, σημαίνει ΕΙΜΑΙ ΖΩΝΤΑΝΗ!
Η ποίηση της Μάτσης
Χατζηλαζάρου είναι ο πιο προσφιλής υπαρξιακός μου τόπος. Είναι ο τόπος όπου
μπορώ ακόμα να αναπνέω ελεύθερα. Και σωστά υποστηρίζουν κάποιοι ότι είναι άδικο
η ποιήτρια να εντάσσεται σε κινήματα και σχολές,ακόμα και σε αυτό το κίνημα του
υπερρεαλισμού που τη στιγμάτισε και συνετέλεσε ώστε να γεννηθεί ως ποιητικό
υποκείμενο.
Κάνει το "σε" επίγειο θεό, στήνει ιδιότυπα ερωτικά
σκηνικά για το "σε" και το "εσύ", χωρίς να πέσει επ' ουδενί
στην παγίδα της ανούσιας αισθηματολογίας που καταρρακώνει κάθε αληθινή τέχνη.
Η
Μάτση διαχειρίζεται συναισθήματα και εκφραστικά μέτρα με μαεστρία και είναι σαν
να καταφέρνει αριστοτεχνικά να περπατά αγέρωχη πάνω στη θάλασσα, ακριβώς στο
σημείο που ενώνεται με τον ουρανό.
Η δική μου Μάτση καταστρατηγεί το συντακτικό
και τους κανόνες, διαλύει τη γλώσσα,την αναποδογυρίζει,την αποδομεί. Eρχεται σε
ρήξη με τις δομές και την ομαλότητα. Γκρεμίζει και ξαναρχίζει από την αρχή:
"εσένα σ' έχω Δεινόσαυρο από τους πιο εκπληκτικούς
εσένα σ' έχω βότσαλο
φρούτο απαλό που τ' ωρίμασε η θάλασσα
σ' ερωτεύω
σε ζηλεύω
σε γιασεμί
σε
καλπασμό αλόγουμες στο δάσος το φθινόπωρο
με φοράω νέγρικο προσωπείο για να
μας θέλεις εσυ [...]".
Η Μάτση μού βάζει
στίχους στο στόμα, ξεχειλίζω από στίχους, γίνομαι στίχος, για λίγο, αφιερωμένος
σε κείνην: "To ποίημα θέλω να 'ναι γκρέμισμα πρωτίστως / και μετά χτίσιμο
φωτός" (Το ποίημα που σιωπά).
ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ
Η Μάτση με τη γάτα της Γριγρία. Ξυλογραφία του Βιλατό.
Ο ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ έτρεφε απεριόριστη εκτίμηση για την "Μάτση των ονείρων", όπως την αποκαλούσε :
"Τα αληθινά κορίτσια δεν χάνονται ποτέ. Δεν τ' αρπάζει ο καιρός. Ξανάρχονται με τη μορφή βιβλίων, προσευχών και τραγουδιών"...
Ο ίδιος περιγράφει τη στιγμή που έλαβε από την ίδια ένα βιβλίο της, ως εξής: "Χίλια τριαντάφυλλα σκορπίστηκαν στο πάτωμα, το’ θελα τόσο πολύ."
Μάτση Χατζηλαζάρου, καλλιτεχνικό πορτρέτο στο Ίδρυμα Μ. Κακογιάννη, από την έκθεση της ζωγράφου Άννας Φιλίνη.
Fedra V.